«Εννέα τάς Μούσας φασίν τίνες ώς όλιγώρως ήνίδε και Σαπφώ Λεσβόθεν ή δεκάτη»
Σαπφώ: (6ος π.χ. ) μεγάλη λυρική ποιήτρια, που γεννήθηκε στην Ερεσό.
Ο Πλούταρχος την κατέτασσε στις μούσες, ενώ ο Πλάτων την ονόμαζε δέκατη μούσα.
«Εννέα τινές φασιν τάς μοũσας είναι. Εγώ δέ φημί Λεσβίαν Μοũσαν τήν δεκάτην.»
Για τη ζωή της γράφτηκαν απ` τους συνχρόνους της πολλά κακόφημα, ιδίως για τους έρωτες της προς τις μαθήτριες της.
Ολ`αυτά όμως ελέγχθηκαν σαν ανυπόστατα, πάλι από συγχρόνους της οι οποίοι τ`απόδωσαν σε ζηλοτυπίες συγκαιρινών της που δεν μπορούσαν να`ανεχθούν τα προτερήματα της, της ικανότητες της, την καλλιέργεια της, και γενικά την αξία της.
Κι αν τα εκμεταλλεύτηκε η Αττική Κωμωδία ήταν γιατί η Αθήνα φθονούσε το γεγονός ότι η Μυτιλήνη ανέπτυσσε μια πιο προηγμένη ζωή απ`την ίδια, με μουσικές ποιητικές ορχηστικές και φιλοσοφικές σχολές όπου η γυναίκα έπαιζε σημαντικότατο ρόλο σ`αντιθεση μ`ο τι συνέβαινε σ`αυτη που ήθελε να θεωρείται και να ναι η πρώτη των ελληνίδων πόλεων. Ποιήματα:
Η Σαπφώ του Σκαμανδρωνύμου και της Κλεΐδος γεννήθηκε στην Έρεσσό της Λέσβου περί το 615 π.Χ., αλλά έζησε στην Μυτιλήνη, όπου είχε ιδρύσει σχολή καλλιέργειας των γυναικείων αρετών, την οποία είχε αφιερώσει στις Χάριτες και τις Μούσες, τις ουράνιες αυτές οντότητες πού προστατεύουν την ποίηση, την μουσική και τον χορό, ενώ παράλληλα παρέχουν τή δυνατότητα στους ευνοούμενους τους να μετέχουν της θειότητος Η μέθεξη αυτή καθιστά τήν ποιήτρια υπερήφανη και δυνατή, διότι πέραν της προσωπικής της αθανασίας της παρείχε τή δυνατότητα ν’ άφαιρη άπ' τα όντα το ένδυμα του θνητού και εφήμερου και να τα μεταβάλλει σε αιώνια και άξια μνήμης.
Το ηρωικό ιδεώδες επεδίωξε και μετά τήν κατάρρευση του Μυκηναϊκού Πολιτισμού, μιά εποχή πού σημαδεύθηκε άπό τήν εμφάνιση της τυραννίδος άφ' ενός και της λυρικής ποίησης άφ' έτερου.
Τήν εποχή της Σαπφούς οι θεοί και οι ήρωες ζούσαν πια δια μέσω τών μύθων οι όποιοι εμπλουτίζονταν διαρκώς με τοπικούς θρύλους και άσματα, πού απαγγέλλονταν ή τραγουδιούνταν κατά τή διάρκεια τών αγώνων. Οι αγώνες αποτελούσαν αναπόσπαστο στοιχείο των τοπικών εορτών και πανηγύρεων, αφού παρείχαν τη δυνατότητα στους νέους και τις νεανίδες να εκδηλώσουν την αρετή τους, πού για μεν τους άνδρες ήταν ή γενναιότητα, ή ηθική ευπρέπεια ή αριστοκρατική συμπεριφορά και ή εκλεπτυσμένη παιδεία, ενώ στις γυναίκες τή θέση της γενναιότητος κατείχε ή λαμπρή ανταύγεια του προσώπου, ή ωραιότητα και ή χάρη στον βηματισμό και τον χορό. "Ίσως έχουν δίκιο αυτοί πού θεωρούν τήν εξορία ώς φίλη της ποίησης.
Η Σαπφώ, εξόριστη στην Σικελία, κατέκτησε τον σεβασμό των "Ελλήνων της Μεγάλης Ελλάδος τόσο ώς ποιήτρια όσο και ώς άνθρωπος. Στην εξορία της ένοιωθε ώς εκπρόσωπος της συλλογικής ευθύνης του γένους της, ώς εκπρόσωπος της συλλογικής ευθύνης του γένους της, ώς εκπρόσωπος του ήθους και του χαρακτήρος των συμπατριωτών της. Τα ποιήματα της υμνούν «τα χρυσά άνθη τών νησιών τών Μακάρων =(παλαιό όνομα της Λέσβου), πού αναδύουν μια μοναδική λάμψη και ευωδιά». Γράφει στή γλώσσα του τόπου της, τήν λεσβιακή - αιολική διάλεκτο, ή όποια ωστόσο δεν γίνεται καθόλου εμπόδιο στή διάδοση τών ποιημάτων της τόσο στην "Αθήνα όσο και στον ευρύτερο ελληνικό χώρο. Τριακοντούτης - έχει πια καθιερωθεί ώς ποιήτρια δέχεται τήν πρόσκληση του Πιττακού ό όποιος της χάρισε το ύπόλοιπον της ποινής της και επιστρέφει στην πατρίδα της.
Στο Παρθεναγωγείο, πού ίδρυσε, καταφθάνουν μαθήτριες άπ' όλο τον ελληνικό κόσμο όπως ή Ανακτορία από την Μίλητο, ή Γογγύλα απ’ τον Κολοφώνα, ή Ευνίκα από την Κύπρο, ή Μνασίδικα από την Φώκαια, ή Τελέσιππα, ή Γυριννώ, ή Ατθίς και ή Ιράννα Διδάσκονται ποίηση, μουσική και χορό, προπάντως όμως τρόπους σκέπτεσθαι και συμπεριφοράς. Ή Σαπφώ τις μαθαίνει να ζουν κατά φύσιν και ελεύθερες να χαίρωνται τον κόσμο του Ωραίου, του απαστράπτοντος και του Εξωραϊστικού. Ώς πρότυπα τους παρέχει τις Μούσες και τις Χάριτες, πού απερίσπαστες από έγνοιες και στενοχώριες τραγουδούν και χορεύουν στους κύκλους των "Ολυμπίων. «Οί θεοί επαινούν τον αδάκρυτο δεν ταιριάζουν οι θρήνοι στο σπίτι των σοφών σε μας αυτά δεν στέκουν» (άποσπ. 109 ά).
«Ερος δ' ετίναξέμοι φρένας, ώς άνεμος κατ’ όρος δρύσιν έμπέτων. (= Ό έρωτας μου συντάραξε τον νου, σαν άνεμος που πέφτει στα δένδρα του βουνού˙ αποσπ. 47).
Ό Έρωτας της Σαπφούς αποτελεί μια άπ' τις αρχαϊκές, δημιουργικές δυνάμεις, που προσδιορίζουν και διαμορφώνουν τη ζωή και τον κόσμο- είναι όμως και ή ορμή πού έχει ή ανθρώπινη φύση να ξεπεράση τον εαυτό της, να εντόπιση και να πραγματοποίηση ώρισμένες αξίες, απαραίτητες για την ολοκλήρωση της. Είναι ενσωματωμένος στο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο ως παιδαγωγικός έρωτας, όπως ακριβώς μας τον περιγράφει το «Συμπόσιον». 'Η ποιήτρια όμιλει «ανοιχτά» περί έρωτος, διότι δεν έχει τίποτε απολύτως να φοβηθή, άφού τυγχάνει της γενικής αποδοχής και εγκρίσεως.
Ο Ησίοδος χαρακτηρίζει τον "Ερωτα «λυσιμελή» «αμάχανο» ή ποιήτρια, άφου καμιά μηχανή ή δύναμη δεν μπόρεσε ποτέ να τον νικήση. «Όμοια θεου μου φαίνεται ή θωριά του άνδρα κείνον στο κοίταγμα του ή καρδιά μου λιώνει... στεγνώνει το στόμα μου, σπάζει ή φωνή μου, θαμβώνουν τα μάτια μου, τα’ αυτιά μου βουίζουν...» (άπόσπ. 31). Έβρισκε άραγε ο σαπφικός έρωτας τήν σωματική του εκπλήρωση; Από τα κείμενα κι' αυτό ας προσεχθή ιδιαίτερα - ουδόλως προκύπτει κάτι τέτοιο. Αντιθέτως ή υψηλή σωματική ένταση πού περιγράφεται, με τα αναφερόμενα σωματικά συμπτώματα, μαρτυρούν παιδαγωγικό - διδακτικό έρωτα της αρχαϊκής εποχής. Οι συκοφαντίες, πού έκπηγάζουν άπ' τους άξεστους και στερημένους Ρωμαίους και χριστιανούς, βασίστηκαν εν πολλοίς στο αντιφατικό των περιγραφών του έρωτος όπως το οξύμωρο «γλυκύπικρος έρως» όμως είτε το θέλουμε είτε όχι, «το αντίξουν συμφέρον και εκ των διαφερόντων καλλίστην άρμονίαν...», μας πληροφορεί ό Ηράκλειτος.
Τά ποιήματα τής Σαπφούς, πού ώς θέματα τους εχουν τη φύση και την κοινωνικοπολιτική ζωή, διακρίνονται για την ευθύτητα, τη σαφήνεια, τήν περιεκτικότητα και προπαντός τό βάθος.
Πράγματα απλά και ανάξια τής προσοχής μας παίρνουν από τήν ποιήτρια ουσία και νόημα, γιατί τα’ αγγίζει μ’ ευαισθησία και αγάπη. «Τό μήλο πού τό "ξέχασαν" οί μηλοτρυγητάδες», «ό Έσπερος πού φέρνει πίσω στο σπίτι, όσα σκόρπισε ή Αυγή», ή ήρος άγγελος ιμερόφωνος αήδων», «ό λυσιμελής έρως, ό γλυκύπικρος...» είναι μερικά άπό τά θέματα της πού θαυμάσθηκαν παγκοσμίως. Ή ποιήτρια γράφει στο αιολικό μέτρο, το όποιο πιθανόν να δημιούργησε ή ιδία, βασισμένη σε προϋπάρχον υλικό. Χαρακτηριστικό του μέτρου αυτού είναι ό σταθερός αριθμός των συλλαβών. Ειν' αδύνατο ν’ αντικατασταθώ μια μακρά συλλαβή με δύο βραχέες ή το αντίθετο. Κάθε στροφή αποτελείται από τέσσερις ενδεκασύλλαβους στίχους, οι τρεις εκ των οποίων έχουν την ίδια δομή. Δύο ζεύγη τροχαίων περικλείουν ενα δάκτυλο.
Τα ποιήματα στό σύνολο τους μελοποιούνταν και τραγονδιουνταν με τή συνοδεία κάποιου εγχόρδου οργάνου (λύρα, επτάχορδη κιθάρα, βάρβιτος, πηκτίς και μάγαδις). Η Σαπφώ κατέγραψε τα ποιήματα της τόσο σε φωνητική όσο και σε οργανική σημειογραφία ή οποία δυστυχώς απωλέσθη κατά τους χρόνους τών Αλεξανδρινών.
Ο Πλάτων, ώς γνωστόν, χαρακτήρισε την Σαπφώ ως Δεκάτην Μούσα, ένώ ό Σωκράτης τήν άνεκήρυξε διδασκάλισσα του στον Παιδαγωγικό Έρωτα ό Σόλων συνήθιζε να λέγη πώς θα’ θελε ν’ αποστήθιση ενα ακόμη τραγούδι της Σαπφούς, πριν άπ’ τον θάνατο του ό «Αλεξανδρινός Κανών» τήν κατεχώρησε μεταξύ τών δέκα καλύτερων ποιητών και ή Παλατινή ανθολογία λέγει: «Εννέα τάς Μούσας φασίν τίνες ώς όλιγώρως ήνίδε και Σαπφώ Λεσβόθεν ή δεκάτη».